Μαουτχάουζεν
Περιγραφή
Στις 5 του Μάη, λίγο πριν απ’ το μεσημέρι, ένα θεόρατο αμερικάνικο τάνκ, καπνισμένο και σημαδεμένο απ’ τον πόλεμο, γκρέμισε την πύλη του Μάουτχάουζεν και μπήκε στον περίβολο. Κι αυτό το θεόσταλτο άρμα της ελευθερίας ήταν, λέει, ένα από τα αμέτρητα κι ακατανίκητα της ενδεκάτης ταξιαρχίας αρμάτων της τρίτης αμερικανικής Στρατιάς που διοικούσε κάποιος σπουδαίος στρατηγός ονόματι Τζώρτζ Πάττον!…Τι ωραία λόγια, τι ουράνιες ειδήσεις… Οι πολεμιστές μας κοίταζαν σαστισμένοι, περήφανοι, περίλυποι….Καλά που κάνανε και μείνανε εκεί ψηλά, στη ράχη του τάνκ. Γλιτώσανε από τόσες μάχες. Απ’ τη χαρά μας δε θα γλιτώνανε. Ουρλιάζαμε, ξεσκίζαμε τα ρούχα μας, ταρακουνιόμαστε σα διαμονισμένοι. Στριμωχνόμαστε, ποδοπατιόμαστε, για να φτάσουμε κοντά στο τανκ. Πολλοί πέφτανε πάνω και φιλούσανε τα καπνισμένα σιδερικά κι άλλοι χτυπούσανε τα κεφάλια τους και κλαίγανε.
Απόσπασμα:
Ο αμερικάνος διοικητής με φώναξε στο γραφείο του. Ακούμπησε φιλικά το χέρι στον ώμο μου και μου είπε: «… οι Έλληνες μπορούν να φύγουν σε τρεις μέρες. Αυτοκίνητα και τραίνα είναι όλα ταχτοποιημένα. Είμαι πολύ ευτυχής που μπόρεσα να βοηθήσω Έλληνες κρατούμενους».
…
Γράψαμε την ανακοίνωση για την αναχώρηση σε μεγάλο χαρτί, σωστή ταμπέλα, και την κρεμάσαμε στο παράθυρο. Πήγαμε και στην παράγκα για να το πούμε σ’ όσους ήταν εκεί. Άλλοι αρχίσανε να χοροπηδάνε, άλλοι δεν είπαν τίποτα και μόνο που ανάψανε τσιγάρο. Τον Ξεκαρδάκη όμως τον πνίξανε τα κλάματα και το παράπονο:
– Να, τώρα φεύγουμε, γυρίζουμε πίσω και δεν έχω τίποτα να τους πάω…
– Σε ποιους δεν έχεις να πας τίποτα;
– Στα παιδιά μου, στη γυναίκα μου!
– Τι να τους πας, μωρέ Ξεκαρδάκη;
– Ένα δωράκι, ανάθεμά με, τόσον καιρό λείπω και θα πάω με άδεια χέρια!…
– Και πού ήσουνα για να τους πας δώρα; Για αναψυχή είχες πάει;
– Τι σημασία έχει, έλειπα τόσον καιρό, για δεν έλειπα;
– Δε φτάνει που θα τους πας πίσω ζωντανός, τα δώρα σκέφτεσαι;
– Μα οι ζωντανοί πάνε δώρα, μωρέ. Οι πεθαμένοι παίρνουνε. Ίντα να βρω τώρα να τους πάω;
Έμεινε αμετάπειστος κι απαρηγόρητος. Και να σκεφτείς πως τέσσερις μέρες πριν μπουν τ’ αμερικάνικα τανκς στο Μαουτχάουζεν, ο Ξεκαρδάκης βρισκόταν στην ουρά των μελλοθανάτων που περίμεναν τη σειρά τους έξω απ’ το κρεματόριουμ.
…
Η γαλλική έκδοση του Μαουτχάουζεν τιμήθηκε τον Ιανουάριο του 2020 με το σημαντικό Βραβείο μεταφρασμένης λογοτεχνίας, Prix du Livre Etranger 2020 France Inter – Le journal du Dimanche
Αποσπάσματα από κριτικές που έλαβε στη Γαλλία:
Το πιο εντυπωσιακό, είναι η ενέργεια που ξεπηδά απ’ τα κεφάλαια, το χιούμορ ως όπλο ενάντια στην οδύνη, η αξιοπρέπεια που ορθώνεται σαν γροθιά. Μια γλώσσα ξεκάθαρη, ζωντανή, αυθάδικη, που επιβάλλεται ανάμεσα στις τραχιές φωνές.
Το ανείπωτο βρήκε τον γραφέα του. Ο Καμπανέλλης (1922-2011) υπήρξε διάσημος θεατρικός συγγραφέας στη χώρα του. Έγραψε ένα μόνο βιβλίο. Αυτό αρκεί για να δικαιολογήσει μια ολόκληρη ζωή. Το Μαουτχάουζεν –σχεδόν με αισχύνη το επισημαίνουμε– συνθλίβει όλα τα μυθιστορηματάκια του Ιανουαρίου. Νούμερο 37734, τιμή και σέβας.
Le Figaro, 15.01.2020
Ως μαρτυρία τόσο της προσωπικής εμπειρίας του συγγραφέα όσο και των συγκρατουμένων του, αναμειγνύοντας τη δυστυχία με την τρέλα, το γκροτέσκο με το παράλογο, τον Έρωτα με τον Θάνατο, το Μαουτχάουζεν αφήνει στον αναγνώστη μια έντονη αίσθηση ανθρωπιάς, καθώς εκφράζει μια εμπειρία στα όρια του ανείπωτου, μεταμορφωμένη σε εξαίρετο άσμα αντίστασης και ζωής.
www.franceinter.fr, 23.01.2019
Το σκηνικό της αναγέννησης, σ’ αυτή την μακρόχρονη αναμονή, παραμένει σκηνικό φρίκης. Πώς να πειστεί κανείς πως το δάσος, ο ποταμός κι οι όχθες του, δεν είναι τόποι βασανιστηρίων και εκτελέσεων; Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης στέκεται μονίμως στο όριο ανάμεσα στην εφόρμηση προς τη ζωή, που μια ιστορία αγάπης με μια νεαρή Λιθουανή οδηγεί σε πυράκτωση, και το ίχνος της καταστροφής. Υπάρχει πνοή και οργή στην αφήγησή του γι’ αυτή την απελευθέρωση, που αποτελεί επίσης μια αξέχαστη μνημόνευση των νεκρών του Μαουτχάουζεν.
Le Monde, 22.01.2020
Εξήντα χρόνια αργότερα, το 2005, ο Καμπανέλλης δήλωνε: «Το Μαουτχάουζεν με καθόρισε ως άνθρωπο, είμαι ακόμα ένας άνθρωπος του στρατοπέδου». Πάντα και ολοένα πιο επίκαιρη, η μαρτυρία αυτή μας οδηγεί ξανά στο ερώτημα που έθεσε ο Τζορτζ Στάινερ σχετικά με τη φρίκη των στρατοπέδων, και στο οποίο ο ίδιος λέει πως δεν βρήκε απάντηση: Γιατί;
La Croix, 22.01.2020
Άγνωστος στη Γαλλία, ο Ιάκωβος Καμπανέλλης υπήρξε θρύλος στην Ελλάδα, όπου θεωρούνταν από τους σπουδαιότερους δραματουργούς της εποχής του. Γεννημένος στη Νάξο, και αφού πέρασε την εφηβεία του στην Αθήνα, θα μπορούσε να είχε ζήσει μια κανονική ζωή. Όμως αυτό δεν συνέβη: όταν ξέσπασε ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος κι οι Γερμανοί συνέθλιψαν την Ελλάδα, ο Καμπανέλλης βρέθηκε εκτοπισμένος στο στρατόπεδο του Μαουτχάουζεν, στην Αυστρία. Παρέμεινε εκεί από τον Οκτώβριο του 1943 ως τον Μάιο του 1945. Η εμπειρία αυτή είναι το θέμα αυτού του βιβλίου, που μεταφράζεται για πρώτη φορά στη Γαλλία. Η αφήγηση του Καμπανέλλη διαχωρίζεται από τα υπόλοιπα γνωστά κείμενα σχετικά με την εμπειρία των στρατοπέδων: λιγότερο φιλοσοφική από του Πρίμο Λέβι, λιγότερο πομπώδης από του Χόρχε Σεμπρούν. Ο Έλληνας καταγράφει απλά τις μέρες αυτές που περνούν, σχεδόν σαν μυθιστοριογράφος. Η πρωτοτυπία του βιβλίου οφείλεται επίσης στο γεγονός πως η μισή ιστορία εκτυλίσσεται μετά την απελευθέρωση του στρατοπέδου, μερικούς μήνες κατά τους οποίους οι πρώην κρατούμενοι έπρεπε να μάθουν ξανά να ζουν. Ρώσοι, Σέρβοι, Γάλλοι, Έλληνες, Γερμανοεβραίοι που ευελπιστούν να πάνε στην Παλαιστίνη, πανηγυρίζουν όπως μπορούν το τέλος του γολγοθά τους. Ειδύλλια πλέκονται, ποτήρια υψώνονται, άντρες και γυναίκες κάθε εθνικότητας αγκαλιάζονται. Είναι ένα κείμενο απλό και σεμνό, όμως παρά τις προσπάθειές του να μην κυλήσει στη φρίκη, ο Καμπανέλλης περιγράφει, σχεδόν εν παρόδω, σκηνές τις οποίες η φαντασία μας απλά δεν καταφέρνει να οπτικοποιήσει. Το 1995, έγραφε: «Χωρίς να μας διαπεράσουν τα όσα μας κληροδότησε το 1945 πέρασαν πενήντα χρόνια από ΤΟΤΕ».
Le Figaro Magazine, 03.01.2020
Μια αναμονή διαπνεόμενη από συναισθήματα ενίοτε αντικρουόμενα, που ορίζουν τον ανεπιτήδευτο Άνθρωπο. Και που τρέφουν αυτή τη δυνατή σαν ριπή ανέμου αφήγηση, που εκδόθηκε στην Ελλάδα το 1963 κι επιτέλους μεταφράζεται στα γαλλικά.
Télérama, 25-31.01.2020